Ηλεκτροφόρηση πήγματος πολυακρυλαμιδίου SDS-PAGE
[Αναφ. 7]
Η πλέον γνωστή
εφαρμογή του ακρυλαμιδίου στα αναλυτικά και
βιοχημικά
εργαστήρια είναι η χρησιμοποίησή του σε μια
ηλεκτροφορητική τεχνική διαχωρισμού, γνωστή
ως ηλεκτροφόρηση πήγματος
πολυακρυαλαμιδίου - δωδεκυλοθειικού νατρίου,
που αναφέρεται κοινά ως SDS-PAGE (sodium
dodecyl sulfate
polyacrylamide gel electrophoresis).
Η SDS-PAGE χρησιμοποιείται ευρύτατα για
το διαχωρισμό πρωτεϊνών κατά σειρά ηλεκτροφορητικής ευκινησίας τους,
που είναι
συνάρτηση του μήκους της πολυπεπτιδικής
αλυσίδας ή του μοριακού βάρους τους. Ως τεχνική
διαχωρισμού εισήχθη το 1959 από δύο
ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες των Davis και
Raymond.
Αποδιάταξη
μορίου πρωτεΐνης με SDS (αρχή) |
Το προς ανάλυση
διάλυμα των πρωτεϊνών αναμιγνύεται με τον ανιοντικό απορρυπαντικό δωδεκυλοθειικό
νάτριο, CH3[CH2]11OSO3-Na+,
(SDS) και θερμαίνεται για λίγα λεπτά στους 90ºC. Το SDS αποδιατάσσει τα μόρια των
πρωτεϊνών και τους προσδίδει αρνητικό
φορτίο ανάλογο του μήκους τους. Ουσιαστικά
καταργεί τις συνδέσεις μεταξύ των λιπόφιλων
περιοχών των πρωτεϊνών, δημιουργεί ένα
αρνητικά φορτισμένο "περίβλημα" γύρω από την πολυπεπτιδική αλυσίδα
που αποτρέπει την επαναδιάταξη του μορίου τους.
Χωρίς SDS, η
ηλεκτροφορητική ευκινησία των πρωτεϊνών δεν θα ήταν απλή
συνάρτηση του μοριακού βάρους τους, αλλά θα
εμπλέκονταν παράγοντες όπως το ισοηλεκτρικό
σημείο τους και η
διαμόρφωση του μορίου τους στον χώρο. Το SDS συνδέεται με τις πρωτεΐνες σε αναλογία
μαζών SDS/πρωτεΐνη περίπου 1,4 (περιοχή
1,1-2,2) και ουσιαστικά τις "ξεδιπλώνει",
όπως φαίνεται στο παραπλεύρως σχήμα.
Εκτός από το
"ξεδίπλωμα" των μορίων των πρωτεϊνών με
SDS, απαιτείται
και η διάνοιξη των δεσμών S-S, που μπορεί να
συνδέουν τις επιμέρους αλυσίδες και για το
σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται
αναγωγικά αντιδραστήρια, όπως η
μερκαπτοαιθανόλη, HSCH2CH2OH, και η διθειοθρεϊτόλη,
HSCH2CH(OH)CH(OH)CH2SH.
Πόροι πολυακρυλαμιδίου, όπως
φαίνονται με το ηλεκτρονικό
μικροσκόπιο. |
Το πήγμα
πολυακρυλαμιδίου (polyacrylamide gel,
PAG) συνδυάζει πολλές ιδιότητες
που το καθιστούν ιδιαίτερα κατάλληλο για την
τεχνική της ηλεκτροφόρησης. Είναι θερμοσταθερό (κατά την ηλεκτροφόρηση συνήθως
ενέρχεται η θερμοκρασία του διαχωριστικού μέσου λόγω ανάπτυξης θερμότητας Joule),
είναι διαφανές, ανθεκτικό, χημικώς
ουδέτερο και -το σπουδαιότερο- μπορεί να παρασκευασθεί εύκολα
και με ρύθμιση του μέσου μεγέθους πόρων.
Ακόμη, επιδέχεται χρωματισμούς για την
"εμφάνιση" του ηλεκτροφερογράμματος,
τμήματά του μπορούν να αποκοπούν και να
υποστούν πέψη για να παραληφθούν τα
επιμέρους κλάσματα των πρωτεΐνών και ακόμη
μπορεί να ξηρανθεί για μόνιμη φύλαξη (αρχειοθέτηση) του ηλεκτροφερογράμματος.
Το μέγεθος
πόρου καθορίζεται από την ολική συγκέντρωση
ακρυλαμιδίου Τ% (Τ =
total, ολική συγκέντρωση ακρυλαμιδίου
και Ν,Ν'-μεθυλενοδισακρυλαμιδίου)
και τη συγκέντρωση C% (C
= crosslinker) του Ν,Ν'-μεθυλενοδισακρυλαμιδίου,
που δρα ως συνδέτης (cross-linker) των
αλυσίδων πολυακρυλαμιδίου. Το μέσο μέγεθος
πόρου αυξάνει, όσο αυξάνει η Τ%. Με
συγκέντρωση συνδέτη 5%C, λαμβάνεται το
μικρότερο δυνατό μέγεθος πόρου.
Το PAG συνήθως
παρασκευάζεται σε ρυθμιστικό διάλυμα Tris/HCl
[Τris: Τρισυδροξυμεθυλο-αμινο-μεθάνιο: (ΗΟCH2)3C-NH2].
Ο πολυμερισμός πραγματοποιείται σε διάλυμα
3-30% μονομερούς σε ρυθμιστικό Tris/HCl pH
8,8 (τυπικά). Η κατάλληλη περιεκτικότητα σε PAG εξαρτάται από την περιοχή ΜΒ
των υπό διαχωρισμό πρωτεϊνων. Ενδεικτικά:
Πήγμα 8% είναι κατάλληλο για
διαχωρισμούς πρωτεϊνών 24 - 205 kDa, ενώ 12%
για πρωτεΐνες 14 - 66 kDa.
Το πήγμα
πολυακρυλαμιδίου χωρίζεται σε δύο περιοχές:
Πρώτα παρασκευάζεται το κάτω και μεγαλύτερο
μέρος του πήγματος, το πήγμα διαχωρισμού
(resolving gel) και στη συνέχεια, στο επάνω
μέρος του προηγουμένου, παρασκευάζεται σαν
μια σχετικά στενή περιοχή
το πήγμα επιστοίβασης (stacking gel).
Το πήγμα
επιστοίβασης έχει σχετικά μεγάλους πόρους (4%Τ)
και στην
περιοχή αυτή
υπάρχουν οι υποδοχές (wells), όπου τοποθετούνται τα προς ανάλυση επεξεργασμένα
δείγματα και δρα σαν "αφετηρία".
Στο πήγμα
διαχωρισμού (resolving gel) πραγματοποιείται ο ηλεκτροφορητικός
διαχωρισμός με εφαρμογή τάσης (μέσω 2
ηλεκτροδίων Pt) στην περιοχή 100-200 V. Συνήθως το pH του ρυθμιστικού
που χρησιμοποιείται για το πήγμα
επιστοίβασης πρέπει να είναι περίπου κατά 2
πεχαμετρικές μονάδες μικρότερο (συνήθως
pH 6,8) από το pH που
χρησιμοποιείται για το πήγμα διαχωρισμού
(συνήθως pH
8,3-9,0).
Παρακάτω
δείχνεται τυπική διάταξη ηλεκτροφόρησης
πρωτεϊνών σε PAG, όπως και ένα τυπικό
ηλεκτροφερόγραμμα πρωτεϊνών δειγμάτων
γάλακτος διαφόρων προελεύσεων.
(α) |
(β) |
(γ) |
Ηλεκτροφόρηση σε
πήγμα πολυακρυλαμιδίου: (α) Ηλεκτροφορητική διάταξη
(αρχή), (β) Τυπική συσκευή ηλεκτροφόρησης, (γ) Τυπικό
ηλεκτροφερόγραμμα πρωτεϊνών διαφόρων ειδών γάλακτος μετά την
"εμφάνιση" (οι "ελαφρύτερες" πρωτεΐνες
βρίσκονται στο κάτω μέρος) [Αναφ.
7ε]. |
Η πορεία της
ηλεκτροφόρησης παρακολουθείται από την
κίνηση μιας αρνητικά φορτισμένης χρωστικής,
όπως το κυανούν της βρωμοφαινόλης,
αφού οι ίδιες οι πρωτεΐνες δεν είναι ορατές.
Η χρωστική, λόγω μικρού μοριακού βάρους
κινείται ελεύθερα και μόλις φθάσει στην
επιφάνεια του ρυθμιστικού διαλύματος, όπου
εμβαπτίζεται του πήγμα (συγκρατούμενο
ανάμεσα σε γυάλινες ή πλαστικές πλάκες), η
εφαρμογή της ηλεκτρικής τάσης διακόπτεται και η ηλεκτροφόρηση τερματίζεται. Μετά την ηλεκτροφόρηση οι πρωτεΐνες θα
πρέπει να "εμφανιστούν" και η "εμφάνιση"
πραγματοποιείται με διάφορες χρωστικές (π.χ.
Coomassie Blue) ή με τη βοήθεια
αλάτων αργύρου. Οι χρωστικές αυτές καθιστούν
εύκολα ορατές ακόμη και λίγες δεκάδες ng πρωτεϊνών.
Σχετικά βίντεο από το YouTube
Στα βίντεο 1 και
2 μπορείτε να δείτε κάποιες από τις βασικές αρχές της
τεχνικής ηλεκτροφόρησης SDS-PAGE για διαχωρισμό πρωτεϊνών.
Στο βίντεο
3 δείχνεται η διόγκωση που υφίστανται σφαιρίδια
πολυακρυαμιδίου κατά την επαφή τους με το νερό. Τα
σχηματιζόμενα σφαιρίδια (Plant balls) τα τοποθετούν στο χώμα
φυτών σε γλάστρες, όπου απελευθερώνουν το νερό με βραδύ
ρυθμό, έτσι ώστε η γλάστρα να μην χρειάζεται πότισμα για
αρκετές ημέρες.
|
Ψήσιμο των τροφών και καρκινογόνες ουσίες
Από πολλές δεκαετίες ήταν
γνωστό ότι κατά το ψήσιμο πολλών τροφίμων (ιδιαίτερα κατά το τηγάνισμα, το κάπνισμα,
το ψήσιμο στη σούβλα ή στα
κάρβουνα, κ.λπ.), σχηματίζονται διάφορες καρκινογόνες και τοξικές
ουσίες. Οι περισσότερες από αυτές τις
ουσίες είναι αποτέλεσμα της διάσπασης, συμπύκνωσης ή/και πολυμερισμού
πρωτεϊνών, αμύλου, λιπών, σακχάρων, βιταμινών, πολυφαινολών και άλλων ουσιών που
βρίσκονται στα τρόφιμα. Επίσης, κατά το ψήσιμο σε υψηλές θερμοκρασίες
σχηματίζονται λόγω της πυρόλυσης πισσώδεις ουσίες, το γνωστό "καρβουνιασμένο" τμήμα των τροφίμων με
σκούρο καφέ ή μαύρο χρώμα.
'Εχει
υπολογιστεί ότι ο μέσος άνθρωπος καταναλίσκει καθημερινά 1-1,5 γραμμάριο "καρβουνιασμένης" ύλης με τη
διατροφή του, ιδιαίτερα σε ψημένο ή καπνιστό κρέας, τηγανισμένα φαγητά κ.λπ.
Χρωματογραφική ανάλυση έδειξε ότι η ύλη αυτή περιέχει μεγάλα ποσοστά καρκινογόνων ή μεταλλαξιγόνων
ουσιών, όπως πολυκυκλικούς αρωματικούς
υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ), ετεροκυκλικές αμίνες, Ν-νιτρωδοαμίνες, απανθρακωμένη
οργανική ύλη, κ.λπ. [Αναφ. 8].
Η κατανάλωση κρέατος και η
μέθοδος μαγειρέματός του έχουν συσχετισθεί με την ύπαρξη υψηλών συγκεντρώσεων
καρκινογόνων/μεταλλαξιγόνων ουσιών, όπως και με τη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου
[Αναφ. 8στ].
'Ολα τα είδη κρέατος όταν
ψηθούν σε κάρβουνα ή σε υψηλές θερμοκρασίες παρουσιάζουν υψηλές συγκεντρώσεις
ετεροκυκλικών αρωματικών αμινών [Αναφ. 8ζ].
Σχετικές μελέτες έχουν
πραγματοποιηθεί σε παραδοσιακές δίαιτες διαφόρων χωρών, π.χ.
μελέτη στο τυπικό ιταλικό φαγητό (πίτσες,
ζυμαρικά), έδειξε ότι ανάλογα με το ψήσιμο που θα υποστεί μπορεί να περιέχει αρκετές καρκινογόνες ουσίες
όπως ΠΑΥ [Αναφ. 8η].
Περιεκτικότητα διαφόρων τροφών σε ακρυλαμίδιο (μg/kg)
[Αναφ. 9στ-ζ] |
Αμύγδαλα
(ψημένα) |
260 |
Προϊόντα
αρτοποιίας (ψωμί, κέικ, κουλούρια) |
70 - 430 |
Μπύρες |
30 - 70 |
Δημητριακά (πρωινού) |
30 - 1346 |
Μπισκότα - κρακεράκια |
30 - 3200 |
Σοκολάτα (σκόνη) |
15 - 90 |
Καφές (σκόνη) |
170 - 351 |
Φρυγανιές |
800 - 1200 |
Τσιπς καλαμποκιού,
κρίσπις |
34 - 416 |
Προϊόντα ιχθύων |
30 - 39 |
Κρέας και προϊόντα
από κοτόπουλα |
30 -64 |
Φυστίκια με
κέλυφος |
140 |
Βρασμένες
πατάτες |
48 |
Πατάτες τσιπς,
κρίσπις |
170 - 3700 |
Πατάτες
τηγανιτές |
200 - 12000 |
Διάφορα σνακς
(όχι πατάτας) |
30 - 1915 |
Ηλιόσποροι
ψημένοι |
66 |
|
Ακρυλαμίδιο στις τροφές [Αναφ. 9]
Πραγματοποιήθηκαν πειράματα
χορήγησης ακρυλαμιδίου σε πειραματόζωα (ποντίκια). Χορηγήθηκαν σχετικά μεγάλες ποσότητες (100-270 mg ανά kg
βάρους του πειραματοζώου),
όπως επίσης δινόταν στα πειραματόζωα νερό με συγκεντρώσεις ακρυλαμιδίου 0,2-20 mg/kg.
Τα πειράματα αυτά απέδειξαν την καρκινογόνο δράση του ακρυλαμιδίου. Οι υψηλότερες
από αυτές συγκεντρώσεις προκαλούσαν άμεσες βλάβες στην υγεία των πειραματοζώων.
Με βάση πειράματα
σε ποντίκια ορίστηκε η τιμή
NOAEL (Νo
Observed Adverse Effect Level: Στάθμη στην οποία δεν παρατηρούνται ανεπιθύμητα
αποτελέσματα) για το ακρυλαμίδιο στα
0,2 mg/kg. Ως όριο στον αέρα για 8-ωρη
καθημερινή έκθεση έχουν προταθεί τα 0,03 mg/m3 (1986)
[Αναφ. 9γ].
Παρόλα αυτά η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (World
Health Organization,
WHO) έχει ορίσει εδώ και πολλά
χρόνια ανεκτό όριο ακρυλαμιδίου στο πόσιμο νερό τα 0,5 μg/L,
ενώ στην Ενωμένη Ευρώπη το νόμιμο ανεκτό όριο είναι μόλις 0,1 μg/L
[Αναφ. 9δ]. Το όριο αυτό έχει καθορισθεί όχι με
βάση τοξικολογικά
δεδομένα, αλλά με την πρόθεση να μειώσει τη συγκέντρωση του ακρυλαμιδίου στα
πόσιμα ύδατα, τα οποία υφίστανται διαύγαση με πολυακρυλαμιδικά μέσα κροκίδωσης
τα οποία
αναπόφευκτα περιέχουν και ιχνοποσότητες μονομερούς.
Τοξικότητα του
ακρυλαμιδίου στον άνθρωπο: Για τον άνθρωπο, το ακρυλαμίδιο θεωρείται
πιθανός (probable) καρκινογόνος παράγοντας και κατηγοριοποιείται στην
Ομάδα 2A της IARC (International Agency for Research on Cancer), λόγω ανεπαρκών
δεδομένων για να καταταγεί στην Ομάδα 1 (παράγοντας καρκινογόνος για τον
άνθρωπο). Ωστόσο, τα δεδομένα που δείχνουν καρκινογένεση στα ζώα, το κατατάσσουν
σε κατηγορία ανώτερη της Ομάδας 2Β (δυνατός - possible καρκινογόνος παράγοντας
για τον άνθρωπο). Πρόσληψη μεγάλων ποσοτήτων ακρυλαμιδίου επιφέρει άμεσα
νευροτοξικά και ορμονολογικά αποτελέσματα, τα οποία είναι πλήρως τεκμηριωμένα, σε
αντίθεση με ό,τι ισχύει για την πιθανή καρκινογόνο δράση του
[Αναφ. 9ι].
Το
γλυκιδαμίδιο (glycidamide)
είναι το κυριότερο προϊόν
μεταβολισμού του ακρυλαμιδίου.
Σχηματίζει πολύ πιο σταθερά
σύμπλοκα με το DNA και επομένως
είναι κατά πολύ τοξικότερο (γονοτοξικό)
από το ακρυλαμίδιο
[Αναφ.
2δ]. |
Η μεγάλη έκπληξη: Πριν το 2002, το
τοξικολογικό ενδιαφέρον για το ακρυλαμίδιο περιοριζόταν κυρίως στην έκθεση σ'
αυτό σε εργασιακούς χώρους, όπου γινόταν χρήση του, όπως και κατά το κάπνισμα, αφού ίχνη ακρυλαμιδίου έχουν βρεθεί και στον καπνό του
τσιγάρου. Η μεγάλη έκπληξη ήρθε το 2002, όταν Σουηδοί επιστήμονες διαπίστωσαν την
παρουσία ιχνών ακρυλαμιδίου στο αίμα ανθρώπων που δεν είχαν καμία "εργασιακή"
σχέση με την ουσία αυτή. Αναζητώντας την πιθανή πηγή ακρυλαμιδίου, διαπίστωσαν
την παρουσία μικροποσοτήτων ακρυλαμιδίου στα θερμικώς επεξεργασμένα αμυλούχα
τρόφιμα και κατά κύριο λόγο στις τηγανητές πατάτες και δευτερευόντως στο ψωμί, στις
φρυγανιές, στα μπισκότα και άλλα αρτοσκευάσματα.
Μέχρι τότε ποτέ δεν επιδιώχθηκε η μέτρηση του ακρυλαμιδίου στις τροφές,
αφού τόσο αυτό, όσο και το πολυακρυλαμίδιο, δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ ως πρόσθετα
ή ουσίες νόθευσης των τροφίμων, ούτε
οι τροφές έρχονται σε επαφή με τις ουσίες
αυτές σε κάποια φάση της επεξεργασίας τους
[Αναφ.
10].
Οι συγκεντρώσεις ακρυλαμιδίου στα τηγανισμένα ή ψημένα τρόφιμα βρέθηκαν να είναι
πολύ
μεγαλύτερες από τις μέγιστες επιτρεπτές για το πόσιμο νερό, που όπως
προαναφέρθηκε είναι εξαιρετικά μικρές. Αυτό προκάλεσε ανησυχία
στους τοξικολόγους και στην κοινή
γνώμη. Το θέμα έλαβε
μεγάλη δημοσιότητα και ανησύχησε ιδιαίτερα τους γονείς, αφού είναι
γνωστή η προτίμηση των παιδιών για τηγανητές πατάτες, οι οποίες με την
εξάπλωση των "ταχυφαγίων" αποτελούν πλέον σχεδόν υποχρεωτικό συμπλήρωμα του
φαγητού τους. Στην Ελλάδα μάλιστα, όπως συνήθως γίνεται στις περιπτώσεις αυτές,
προβλήθηκε με την υπερβολική εικόνα ενός "διατροφικού σκανδάλου".
Τα αποτελέσματα αυτά οδήγησαν τα επόμενα
χρόνια στην εκτέλεση μεγάλου αριθμού επιδημιολογικών ερευνών για να διαπιστωθεί εάν
πράγματι υπάρχει κίνδυνος για τον άνθρωπο, ιδιαίτερα για εμφάνιση διάφορων ειδών κακοήθων νεοπλασιών
και νευροεκφυλιστικών ασθενειών, από την κατανάλωση των βασικών
αμυλούχων τροφίμων που περιέχουν ακρυλαμίδιο.
Ο άνθρωπος καταναλώνει ημερησίως αμυλούχες
τροφές που του προσφέρουν περίπου το 1/3 των θερμίδων και εκτιμάται (μετά από
αναλυτικές έρευνες) ότι κάθε ημέρα
παραλαμβάνει με τη διατροφή του 0,5 μg
ακρυλαμιδίου κάθε ανά χιλιόγραμμο βάρους (ενήλικες), ενώ τα
παιδιά παραλαμβάνουν λίγο περισσότερο.
Αντίδραση Maillard και πώς παράγεται το ακρυλαμίδιο στις τροφές
Η
αντίδραση Maillard
(προφέρεται: "μεϊάρ"),
ή αντίδραση αμαύρωσης (browning reaction), είναι ένα "πλέγμα"
χημικών αντιδράσεων, που έχει ιδιαίτερη σημασία για την παρασκευή και την
εμφάνιση ενός τροφίμου, αφού (όπως η καραμελοποίηση) οδηγεί σε αμαύρωσή του και
προσδίδει στο κάθε τρόφιμο τη
χαρακτηριστική για αυτό γεύση και άρωμα. Είναι αυτονόητο το ιδιαίτερο ενδιαφέρον
των διαφόρων βιομηχανιών τροφίμων για την
αντίδραση αυτή στα πλαίσια της τυποποίησης των τροφίμων, όπου επιζητείται
σταθερότητα στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά τους. Την
αντίδραση ανακάλυψε και μελέτησε με τα μέσα της εποχής ο Louis-Camille Maillard το 1910
[Αναφ. 11].
Παρ' όλο που αναφέρεται ως αντίδραση στην πραγματικότητα πρόκειται για παράλληλες αλληλουχίες αντιδράσεων, με "αρχικά", "ενδιάμεσα" και "τελικά"
προϊόντα. Τα προϊόντα μιας αλληλουχίας αντιδράσεων μπορούν να αντιδράσουν με
τα προϊόντα μιας άλλης. Το είδος των αμινοξέων και των σακχάρων, όπως η θερμοκρασία
και το pH παίζουν
καθοριστικό ρόλο ως προς το ποια πορεία επικρατεί.
Χρωματικό αποτέλεσμα της
αντίδρασης
Maillard μεταξύ του
αμιονοξέος γλυκίνη και διαφόρων
σακχάρων. Συνθήκες: Υδατικό
διάλυμα 5% σε γλυκίνη και 10% σε
σάκχαρο θερμαίνεται στους 100ºC
για
90
min
[Αναφ.
11ι].
|
Τυπικά, η αντίδραση Maillard ξεκινά με αντίδραση της καρβονυλικής ομάδας
ενός ανάγοντος σακχάρου με την αμινοομάδα
ενός αμινοξέος (>C=O + H2N-R
>C=N-R
+ H2O) και
στη συνέχεια οδηγεί σε μια ποικιλία
μορίων, πολλά από τα οποία δεν έχουν πλήρως χαρακτηριστεί, που παρέχουν τη χαρακτηριστική γεύση και
άρωμα στο θερμικά επεξεργασμένο τρόφιμο. Τα πιθανά μόρια εκτιμούνται σε
εκατοντάδες και κάθε τύπος τροφίμου παρέχει τις δικές του ομάδες προϊόντων. Το
αποτέλεσμα της αντίδρασης Maillard χαρακτηρίζεται και ως "μη ενζυμική αμαύρωση".
Η αντίδραση Maillard και οι επιπτώσεις της δεν
απασχολούν μόνο τους χημικούς τροφίμων, αλλά και τους βιοχημικούς και τους
ιατρούς οι οποίοι με τον γενικό όρο "αντίδραση Maillard" καλύπτουν κάθε μη
ενζυμική-αλλοίωση των πρωτεϊνών, που οφείλεται στην αντίδρασή τους με ανάγοντα
σάκχαρα. Η συσσώρευση στον οργανισμό των προϊόντων της αντίδρασης Maillard
αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της γήρανσής του
[Αναφ. 11θ].
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αντίδραση Maillard
είναι πασίγνωστη για την περιορισμένη εργαστηριακή αναπαραγωγιμότητά της.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στην έντονη εξάρτηση της πορείας της, του
είδους
και της αναλογίας των ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων από τις πειραματικές συνθήκες (pH, θερμοκρασία, ρυθμός
θέρμανσης) και φυσικά αυτό καθιστά δύσκολη τη λεπτομερειακή μελέτη των διαφόρων
επιμέρους "διαδρομών"
της.
Στο παρακάτω σχήμα δείχνεται το γενικό σχήμα της
αντίδρασης Maillard που έχει προταθεί το 1953 από τον John E. Hodge
[Αναφ. 11γ-ε]. Το σχήμα αυτό είναι ενδεικτικό
της
πολυπλοκότητας της αντίδρασης Maillard. Από τότε η αντίδραση αυτή έχει διερευνηθεί επιπλέον από τους χημικούς και
τεχνολόγους τροφίμων και το όλο σχήμα έχει γίνει κάπως πιο κατανοητό.
Louis Camille
Maillard (1878-1936).
Χημικός και ιατρός, Καθηγητής Χημείας στα Πανεπιστήμια Παρισίων και Αλγερίου. Διάσημος για τη μελέτη του πάνω
στην αλληλεπί-δραση αμινοξέων - σακχάρων.
|
|
John E. Hodge (1915-1996). Αφροαμερικανός Χημικός Τροφίμων,
γνωστός για τις έρευνές του στην
αντίδραση Maillard. To σχήμα
αντίδρασης που πρότεινε το 1953
εξακολουθεί να ισχύει. |
|
Λίγα λόγια
για το σχήμα Hodge
Σύμφωνα με το σχήμα Hodge, ένα
αναγωγικό σάκχαρο (π.χ. γλυκόζη) ενώνεται με μια ένωση που διαθέτει ελεύθερη αμινομάδα και κυρίως με την ε-αμινομάδα του αμινοξέος λυσίνη,
που τη βρίσκει σε μια πρωτεΐνη του τροφίμου, αλλά και με α-αμινομάδες
άλλων αμινοξέων. Το προϊόν συμπύκνωσης, μια Ν-υποκατεστημένη γλυκοζυλαμίνη,
υπόκειται σε
μετάθεση Amadori, το προϊόν της οποίας εξαρτάται από το pH.
Για pH<7 επέρχεται κυρίως 1,2-ενολοποίηση με σχηματισμό φουρφουράλης (για πεντόζες)
ή 5-υδροξυμεθυλοφουρφουράλης (για εξόζες).
Για pH>7 η ενδιάμεση ένωση Amadori υφίσταται
κυρίως 2,3-ενολοποίηση, όπου σχηματίζονται ρεδουκτόνες (π.χ. 4-υδροξυ-5-μεθυλο-2,3-διυδροφουράνιο),
αλλά
και μια ποικιλία "μικρών" προϊόντων σχάσης, όπως ακετόλη
(CH3COCH2OH), πυροσταφυλική αλδεΰδη
(CH3COCHO)
και διακετύλιο
(CH3COCOCH3). Οι ενώσεις αυτές είναι εξαιρετικά δραστικές και
συμμετέχουν στις αντιδράσεις που ακολουθούν. Οι δικαρβονυλικές ενώσεις θα
αντιδράσουν με αμινοξέα με σχηματισμό αλδεϋδών και α-αμινοκετονών. Οι
αντιδράσεις αυτές είναι γνωστές ως
διασπάσεις Strecker.
Σε προχωρημένα στάδια ακολουθεί μια
ποικιλία αντιδράσεων, όπως κυκλοποιήσεις, αφυδατώσεις, αποκαρβοξυλιώσεις, ρετροαλδολικές
αντιδράσεις,
μεταθέσεις, ισομερισμοί και επιπλέον συμπυκνώσεις. Στα τελικά στάδια
σχηματίζονται σκουρόχρωμα αζωτούχα πολυμερή και συμπολυμερή γνωστά ως
μελανοϊδίνες.
|
Το ενδιαφέρον για την αντίδραση Maillard ανανεώθηκε
μετά από τον θόρυβο που προκάλεσε η διαπίστωση της παρουσίας ακρυλαμιδίου στις
τροφές, δεδομένου ότι το ίδιο φαίνεται να είναι ένα από τα πολλά μικρομοριακά προϊόντα αυτής της αντίδρασης.
Μια σειρά αντιδράσεων (τμήμα της όλης αντίδρασης Maillard) που οδηγεί στο
ακρυλαμίδιο, δίνεται παρακάτω. Σύμφωνα με το σχήμα αυτό το αμινοξύ, που οδηγεί στην παραγωγή ακρυλαμιδίου,
είναι η
ασπαραγίνη [Αναφ 12].
Σχηματισμός ακρυλαμιδίου κατά
την αντίδραση Maillard |
Μοντέλο για τη μελέτη
της επίδρασης του σακχάρου και αμινοξέος
στο
σχηματισμό ακρυλαμιδίου [Αναφ.
12δ] |
|
|
Συνθήκες |
Ακρυλαμίδιο,
μg/kg |
'Aμυλο |
<50 |
'Αμυλο +
γλυκόζη |
<50 |
'Αμυλο +
ασπαραγίνη |
117 |
'Αμυλο +
γλυκόζη + ασπαραγίνη |
9270 |
'Αμυλο +
γλυκόζη + γλουταμίνη |
156 |
'Αμυλο +
γλυκόζη + ΑΟ
ΑΟ: αλανίνη, ασπαρτικό
οξύ, λυσίνη, θρεονίνη,
αργινίνη, κυστεΐνη,
μεθειονίνη, βαλίνη |
<50 |
|
Η υπευθυνότητα της ασπαραγίνης έχει επιβεβαιωθεί από πολλούς ερευνητές. Τυπικό παράδειγμα αποτελεί
η συγκριτική μελέτη του David Zyzak της
Procter and Gamble, (βλ. Πίνακα επάνω δεξιά), η οποία
έδειξε ακρυλαμίδιο σχηματίζεται σε μεγάλες ποσότητες μόνο όταν άμυλο
τηγανίζεται παρουσία ασπαραγίνης και γλυκόζης [Αναφ. 12δ].
Ο ερευνητής προτείνει τη χρήση του ενζύμου ασπαραγινάση για να μειωθεί η
περιεκτικότητα της πατάτας σε ασπαραγίνη. Μια Δανική εταιρεία διαθέτει στις
βιομηχανίες τροφίμων σκεύασμα ασπαραγινάσης με τη χαρακτηριστική εμπορική
ονομασία Acrylaway, για την προεπεξεργασία της ζύμης αρτοσκευασμάτων,
ώστε να μειωθεί μέχρι και κατά 90% κατά "φυσικό τρόπο" η περιεκτικότητα σε ακρυλαμίδιο των τελικών προϊόντων τους [Αναφ.
12ε].
Πολλές μελέτες διεξήχθησαν για να διαπιστωθεί ποια
επεξεργασία των τροφίμων πριν από το μαγείρεμα θα μπορούσε να διεξαχθεί, ώστε να
μειωθεί η παραγωγή ακρυλαμιδίου. Οι προτάσεις είναι πολλές και έχει χορηγηθεί
επίσης μεγάλος αριθμός διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Μεταξύ άλλων, για τις πατάτες
προτείνεται η χρησιμοποίηση ποικιλιών με μειωμένα (<0,3%) ανάγοντα σάκχαρα και
με μειωμένη περιεκτικότητα σε ασπαραγίνη. 'Αλλη γενική παρατήρηση είναι ότι δεν σχηματίζεται
ακρυλαμίδιο σε θερμοκρασίες μαγειρέματος κάτω από 120ºC.
Σε εργαστηριακή κλίμακα διαπιστώθηκε ότι διάβρεξη της
πατάτας με διάλυμα "ανταγωνιστικών" αμινοξέων (γλυκίνης, γλουταμίνης) περιορίζει
τον σχηματισμό ακρυλαμιδίου. Το ίδιο αποτέλεσμα επιφέρει και η διάβρεξη με
διάλυμα CaCl2.
Σε προϊόντα αρτοποιίας προτείνεται η αντικατάσταση
του NH4HCO3
("αμμωνία") με
NaHCO3
(πλήρης αντικατάσταση μειώνει κατά
70% το παραγόμενο ακρυλαμίδιο, αλλά αυξάνει το νάτριο σε ανεπιθύμητα
επίπεδα) [Αναφ. 13].
Μια σύνοψη των προτεινόμενων μεθόδων για τη μείωση του ακρυλαμιδίου σε διάφορα
τρόφιμα μπορεί να αναζητηθεί
στην [Αναφ. 13δ].
Κίνδυνοι από την παρουσία ακρυλαμιδίου στις
τροφές
Την ανεύρεση ακρυλαμιδίου
στις τροφές ακολούθησαν έρευνες για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των τροφών
αυτών. Φαίνεται ότι σε κάποιο βαθμό οι κίνδυνοι είχαν υπερεκτιμηθεί. Στην
πλειονότητά τους οι έρευνες
αυτές δεν έδειξαν
συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης τροφίμων, που αναμένεται να περιέχουν αρκετά υψηλές
συγκεντρώσεις ακρυλαμιδίου, και
διαφόρων ειδών καρκίνου. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις εκφράζονται επιφυλάξεις,
αμφισβητήσεις ή τα αποτελέσματα εμφανίζονται αντιφατικά
[Αναφ. 14].
Κάποια από τα συμπεράσματα, όπως τα αναφέρουν οι συγγραφείς των άρθρων:
[Αναφ.
14α]: Σημαντικά
αυξημένος κίνδυνος από υψηλή
κατανάλωση τηγανισμένου κρέατος,
ψαριών, αυγών και τηγανιτής
πατάτας.
[Αναφ.
14β]: Τα δεδομένα
επιβεβαιώνουν απουσία σημαντικής συσχέτισης
μεταξύ κατανάλωσης
τηγανισμένων/ψημένων πατατών και
αύξησης της πιθανότητας ανάπτυξης καρκίνου.
[Αναφ.
14γ]: Περιορισμένος
κίνδυνος νευροτοξικότητας. Από
την εκτίμηση των εκθέσεων
φαίνεται ότι η αύξηση της
πιθανότητας ανάπτυξης καρκίνου
ίσως να μην είναι αμελητέα.
[Αναφ.
14δ]:
Ενδείξεις ότι η
διατροφική έκθεση σε ακρυλαμίδιο,
σε ποσότητες τυπικές εκείνων που
προσλαμβάνουν ενήλικες Σουηδοί
από ορισμένα τρόφιμα, δεν έχει
μετρήσιμο αποτέλεσμα στην
αύξηση της πιθανότητας ανάπτυξης τριών
κυρίων τύπων καρκίνου.
[Αναφ.
14ε]: Η Σουηδική
μελέτη (η προηγούμενη) πιθανώς
πάσχει από σημαντικές ελλείψεις
ως προς: μη διαφοροποίηση ως
προς το είδος της
έκθεσης σε ακρυλαμίδιο,
ανακρίβεια
των δεδομένων από τα
ερωτηματολόγια και ανεπαρκή
δεδομένα ως προς τα επίπεδα ακρυλαμιδίου στις τροφές.
[Αναφ.
14στ]: Τα
αποτελέσματα της μελέτης, σε
συμφωνία με δύο προηγούμενες
μελέτες, δείχνουν μη συσχέτιση
μεταξύ διατροφικά
προσλαμβανόμενου ακρυλαμιδίου
και καρκίνου των νεφρών.
[Αναφ.
14ζ]: Δεν
υπάρχουν
ενδείξεις ότι το διατροφικά
προσλαμβανόμενο ακρυλαμίδιο
συνδέεται με καρκίνους του
παχέος εντέρου.
[Αναφ.
14η]: Τα δεδομένα δεν δείχνουν συνεπή
συσχέτιση μεταξύ πρόσληψης ακρυλαμιδίου και
αύξησης της πιθανότητας
ανάπτυξης καρκίνου του στήθους
και άλλων κοινών τύπων καρκίνου.
[Αναφ.
14θ]:
Αυξημένη πιθανότητα μεταεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του
ενδομητρίου και των ωοθηκών με
αύξηση της διατροφικής πρόσληψης
ακρυλαμιδίου, ιδιαίτερα μεταξύ
αυτών που δεν υπήρξαν ποτέ
καπνίστριες. Ο καρκίνος του
στήθους βρέθηκε ότι δεν
συνδέεται με την πρόσληψη
ακρυλαμιδίου.
[Αναφ.
14ι]: Τα
αποτελέσματα υποδεικνύουν την
ανάγκη για μια πληρέστερη
ανάλυση της πιθανότητας
ανάπτυξης καρκίνου από τη
διατροφή, όπου πέραν της
επίδρασης του ακρυλαμιδίου θα
πρέπει να ληφθούν υπόψη και
άλλοι κίνδυνοι ή ευεργετικά
αποτελέσματα από τις διάφορες
τροφές.
[Αναφ.
14ια]: Οι μελέτες
αυτές δεν διαπιστώνουν σύνδεση
μεταξύ πρόσληψης τροφών που
περιέχουν ακρυλαμίδιο και της
πιθανότητας ανάπτυξης αυτών των
καρκίνων.
[Αναφ.
14ιβ]: Δεν βρέθηκε
συσχέτιση μεταξύ πρόσληψης ακρυλαμιδίου (στα διατροφικά
όρια των ΗΠΑ) και της αύξησης της
πιθανότητας προεμμηνοπαυσιακού
καρκίνου του στήθους.
[Αναφ.
14ιγ]: Τα
ευρήματα μεταξύ των γυναικών της
Σουηδίας δεν στηρίζουν την
υπόθεση ότι το διατροφικά
λαμβανόμενο ακρυλαμίδιο αυξάνει
την πιθανότητα καρκίνου του
στήθους, τουλάχιστον για τις
ποσότητες ακρυλαμιδίου που
προσλαμβάνει αυτός ο λαός.
[Αναφ.
14ιδ]: Η μελέτη
αυτή δείχνει ότι η πρόσληψη
ακρυλαμιδίου δεν αυξάνει την
πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου
των πνευμόνων. |
Ωστόσο, ο Παγκόσμιος
Οργανισμός Υγείας εμφανίζεται επιφυλακτικός και δεν έχει καταλήξει ακόμη σε
οριστικά συμπεράσματα, όπως φαίνεται και από τις απαντήσεις που δίνει (για το
ευρύ κοινό) στα ερωτήματα που τίθενται σχετικά με την παρουσία ακρυλαμιδίου στις
τροφές.
Μερικές από
τις απαντήσεις που δίνει ο Διεθνής Οργανισμός Υγείας (World Health Organization)
στο θέμα του ακρυλαμιδίου [Αναφ. 10α]:
Πώς
παράγεται ακρυλαμίδιο στην τροφή
όταν μαγειρεύεται σε υψηλή
θερμοκρασία;
Υπάρχουν λίγες πληροφορίες...
Παράγεται φυσικά όταν
μαγειρεύονται σε υψηλές
θερμοκρασίες και αυξάνει όσο
παρατείνεται η θέρμανση. Οι
υψηλότερες συγκεντρώσεις έχουν
βρεθεί σε αμυλούχα τρόφιμα
(πατάτες, δημητριακά).
Πώς
μπορούμε να αποφύγουμε το
ακρυλαμίδιο στην τροφή;
Δεν γνωρίζουμε σε ποια
θερμοκρασία παράγεται. Δεν έχει
όμως βρεθεί σε τροφές που
μαγειρεύτηκαν σε θερμοκρασίες
κάτω από τους 120ºC...
Πρέπει να αποφεύγεται η
παρατεταμένη θέρμανση σε υψηλές
θερμοκρασίες...
Ποιος
είναι ο κίνδυνος καρκίνου από το
ακρυλαμίδιο; Τα
θεωρητικά μοντέλα πρόβλεψης
καρκίνου από πρόσληψη
ακρυλαμιδίου δεν είναι αξιόπιστα
για εκτίμηση της
επικινδυνότητας. Στα
πειραματόζωα παρουσιάζει την
ίδια επικινδυνότητα με εκείνη
άλλων γνωστών καρκινογόνων των
τροφών. Για τους ανθρώπους οι
σχετικές επικινδυνότητες
καρκινογόνων ουσιών δεν είναι
γνωστές. Είναι πιθανόν τα
επίπεδα ακρυλαμιδίου στη
διατροφή να είναι υψηλότερα από
εκείνα άλλων καρκινογόνων...
Υπάρχει
αποδεκτή στάθμη συγκέντρωση
ακρυλαμιδίου στην τροφή;
Το ακρυλαμίδιο ανήκει στην ομάδα
των χημικών ουσιών στα οποία δεν
έχει καθοριστεί αξιόπιστο "κατώτερο
όριο", δηλ. μικρές συγκεντρώσεις
συνεπάγονται μικρή επικινδυνότητα,
όχι όμως και μηδενική... Για τα
καρκινογόνα αυτά ο κίνδυνος
αυξάνει όσο αυξάνει και η
έκθεση. |
Απόσπασμα από
το βιβλίο "Cancer Biology" του Raymond W. Ruddon
...φυσικά, όπως
παρατήρησε ο Brus Ames, εάν καταργήσουμε όλες τις τροφές που
περιέχουν ουσίες πιθανώς καρκινογόνες για τον άνθρωπο
(περιλαμβάνοντας το φυστικοβούτυρο και πολλά φρούτα και
λαχανικά), δεν θα έμεναν και πολλά για να φάμε. Αυτό ίσως
συνοψίστηκε καλύτερα από τον Walter Willett, καθηγητή
Επιδημιολογίας και Διατροφής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του
Πανεπιστημίου του Harvard, ο οποίος είπε: "Δεν ξέρουμε καν
αν αυτό [το ακρυλαμίδιο] είναι καρκινογόνο στους ανθρώπους
στις ποσότητες που καταναλώνεται. Στα 100 πράγματα που θα
έπρεπε να σας ανησυχούν, εγώ θα το έβαζα στη 200η θέση"
[Google
E-books].
|