Η χημική ένωση του μήνα
[Δεκέμβριος 2010]
Επιμέλεια σελίδας:
Θανάσης Βαλαβανίδης, Καθηγητής - Κωνσταντίνος Ευσταθίου, Καθηγητής
Φυσικoχημικές ιδιότητες [Αναφ. 1]: Εμφάνιση: Λευκό στερεό, κρυσταλλούμενο σε βελονοειδή πρίσματα Μοριακός τύπος: C20H25Ν3Ο Σχετική μοριακή μάζα: 323,44 Σημείο βρασμού: διασπάται Σημείο τήξης: 80-85 ºC Διαλυτότητα: Ουσία διαλυτή στο νερό Στροφική ικανότητα [α]D20 +17º (c = 0,5 σε πυριδίνη)
|
|
Διαιθυλαμίδιο του D-Λυσεργικού Οξέος (LSD) D-Lysergic Acid Diethylamide (LSD) |
'Ολες οι ναρκωτικές και
παραισθησιογόνες ουσίες προκαλούν βλάβες στην |
Albert Hofmann (1906-2008). Ο Ελβετός χημικός που συνέθεσε το 1938 το LSD. |
Μια σύντομη ιστορία του LSD [Αναφ. 2]
Το διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος ή διαιθυλολυσεργαμίδιο, ευρύτερα γνωστό ως LSD (d-lysergic acid diethylamide) και στους κύκλους των χρηστών παραισθησιογόνων ουσιών ως "οξύ" ("acid"), είναι ένα συνθετικό παράγωγο μια φυσικής ουσίας, του λυσεργικού οξέος (lysergic acid). Το LSD θεωρείται ως η πλέον ισχυρή γνωστή παραισθησιογόνος ουσία (hallucinogen). Το συστηματικό (κατά IUPAC) όνομα του LSD είναι: (6αR,9R)-Ν,Ν-διαιθυλο-7-μεθυλο-4,6,6a,7,8,9-εξαϋδρο-ινδολο-[4,3-fg] κινολινο-9-καρβοξαμίδιο
Το λυσεργικό οξύ μπορεί να ληφθεί από το σκληρώτιο (σκληρό ξηρό σωματίδιο) ερυσιβώδης όλυρα (ergot) του μύκητα Claviceps purpurea, που αναπτύσσεται συνήθως στα δημητριακά και κυρίως στη σίκαλη. Ο μύκητας αυτός είναι η αιτία ενός είδους τροφικής δηλητηρίασης, που οφειλόταν στην εργοτίαση των σιτηρών, που ξεσπούσε κατά περιόδους σαν επιδημία σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης κατά τον Μεσαίωνα, αλλά και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.
Το LSD παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από τον Ελβετό χημικό Albert Hofmann (16 Νοεμβρίου 1938) στα εργαστήρια της φαρμακευτικής εταιρείας Sandoz, στη Βασιλεία (Basel) της Ελβετίας. Η σύνθεσή του είχε γίνει στα πλαίσια ενός ευρύτερου ερευνητικού προγράμματος, υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή Χημείας Arthur Stoll (1897-1971), πάνω στις φαρμακευτικές ιδιότητες των αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας και των ημι-συνθετικών παραγώγων τους.
Η ισχυρή παραισθησιογόνος δράση του LSD διαπιστώθηκε τυχαία πέντε χρόνια αργότερα (1943) από τον ίδιο τον Hofmann, όταν επανεξετάζοντας δείγμα του LSD απορρόφησε μέσω του δέρματος μικρή ποσότητα της ουσίας. Το LSD χρησιμοποιήθηκε πειραματικά στην ιατρική ως ένας ψυχωσιομιμητικός παράγοντας, για να προκαλέσει (κατά τεχνητό τρόπο) καταστάσεις παρόμοιες με εκείνες που συνοδεύουν ψυχικές ασθένειες, όπως η σχιζοφρένεια, με σκοπό τη μελέτη τους. Το 1947, η Sandoz κυκλοφόρησε το LSD με την εμπορική ονομασία Delysid για ψυχιατρική χρήση.
Κατά τη δεκαετία του 1960, το LSD "ξέφυγε" από τα ερευνητικά και ακαδημαϊκά εργαστήρια και άρχισε να διατίθεται στην παράνομη αγορά των ναρκωτικών και παραισθησιογόνων ουσιών, σαν κάτι το τελείως "νέο". Η χρήση του υπήρξε ιδιαίτερα διαδεδομένη και συνδέθηκε με το κίνημα των χίπις στις ΗΠΑ και τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Το LSD έγινε ένα "μυθικό" σύμβολο των ναρκωτικών της εποχής της δεκαετίας του 1960 και απετέλεσε σύμβολο της ψυχεδελικής κουλτούρας της εποχής (psychedelic: από την ελληνική λέξη "ψυχοδηλωτικός"). Η ισχυρή παραισθησιογόνος δράση του και οι κίνδυνοι στην υγεία που θα μπορούσε να προκαλέσει, το κατέταξαν στις απαγορευμένες ουσίες.
(α) Σκληρώτια, (β) ο μύκητας, (γ) Τα δαιμόνια
(παραισθήσεις) παρενοχλούν τον 'Αγιο Αντώνιο που
περιθάλπτει θύμα της επιδημίας (από
ζωγραφικό
πολύπτυχο του Matthias
Grünewald, αρχές
του 16ου αιώνα). Η ερυσιβώδης όλυρα (ergot) είναι μια ασθένεια των δημητριακών. 'Ετσι ονομάζεται το σκληρώτιο του μύκητα Clavicep purpurea, που αναπτύσσεται παρασιτικά στη σίκαλη και σε μικρότερο βαθμό σε άλλα δημητριακά και άγρια χόρτα. Αναπτύσσεται κυρίως όταν επικρατεί υγρασία. Ο μύκητας (ένας ασκομύκητας) σχηματίζει σκουρόχρωμα γαμψά στελέχη, τα σκληρώτια (sclerotia) μήκους 2 έως 20 mm, ανάλογα με το είδος του ξενιστή. Ο μύκητας αυτός έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Εικάζεται ότι οι παραισθησιογόνες ιδιότητες του μύκητα εμπλέκονται στα Ελευσίνια μυστήρια, εδώ και 4.000 περίπου χρόνια, ενώ υπάρχουν Κινεζικές γραπτές μαρτυρίες του 1100 π.Χ., αφού από τότε γινόταν χρήση του μύκητα στη μαιευτική. Αναφορές στις τοξικές ιδιότητες των "χαλασμένων" δημητριακών βρίσκονται σε πολλές άλλες πηγές της αρχαιότητας, ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη. Για πρώτη φορά κατά τις αρχές του Μεσαίωνα αναφέρθηκε μια παράξενη επιδημία που προσέβαλε χιλιάδες άτομα. Συνέβη στην Ακουιτάνια (Aquitane) της Γαλλίας το 944-945 μ.Χ. και στοίχισε τη ζωή περίπου 20 χιλιάδων ατόμων (ο μισός πληθυσμός της περιοχής). Η ασθένεια αυτή, γνωστή πλέον ως εργοτισμός, εκδηλωνόταν με δύο τρόπους: (α) Με εμετούς, κεφαλαλγίες, ρινορραγίες, γαγγραινώδεις εξελκώσεις συμπτώματα παρόμοια με εκείνα της λέπρας (ergotismus gangraenosus) και (β) με σπασμούς, επιληπτικές κρίσεις, παραισθήσεις (ergotismus convulsivus). Στη γαγγραινώδη μορφή της ασθένειας είχαν δοθεί διάφορες λαϊκές ονομασίες, από τις οποίες η γνωστότερη είναι το "φωτιά του Αγίου Αντωνίου" (St. Antony's fire). Η ονομασία αυτή οφείλεται στο αίσθημα του καψίματος στα άκρα, που νιώθουν οι ασθενείς και στο ότι κατά τον μεσαίωνα οι μοναχοί του Τάγματος του Αγίου Αντωνίου είχαν "ειδικευθεί" κατά κάποιο τρόπο στη νοσηλεία των ασθενών, χρησιμοποιώντας κατάλληλα καταπραϋντικά και εκχυλίσματα βοτάνων που διεγείρουν την κυκλοφορία του αίματος. Κατά τον 17ο αιώνα διαπιστώθηκε ότι η αιτία της δηλητηρίασης ήταν τα δημητριακά που είχαν προσβληθεί από ερυσιβώδη όλυρα. Η αναγνώριση του αίτιου της ασθένειας συνέβαλε στην ουσιαστική εξάλειψή της. Η τελευταία μεγάλη επιδημία εργοτισμού συνέβη σε ορισμένες περιοχές της Νότιας Ρωσίας κατά τα έτη 1926-27. Περιστατικά ομαδικών δηλητηριάσεων από εργοτισμό συμβαίνουν ακόμη στις πολύ φτωχές χώρες. |
Στη δεκαετία του 1960, το LSD προτάθηκε για τη θεραπεία νευρώσεων, ειδικά σε περιπτώσεις ασθενών που αρνούνταν να ακολουθήσουν άλλες θεραπευτικές μεθόδους, όπως επίσης και για την αντιμετώπιση του αλκοολισμού. Μελετήθηκε ακόμα η αποτελεσματικότητά του στην αντιμετώπιση του αυτισμού ή της εξάρτησης από άλλες ψυχοτρόπες ουσίες, ωστόσο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 δεν αποδείχθηκε πως διέθετε κάποια ιδιαίτερη κλινική αξία.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, αναβίωσε η έρευνα της χρήσης του LSD για τη θεραπεία του αλκοολισμού και διάφοροι ερευνητές έχουν υποστηρίξει πως ενδέχεται να έχει θετικά οφέλη. Ορισμένοι ιατρικοί οργανισμοί συνεχίζουν να υποστηρίζουν και να χρηματοδοτούν την έρευνα για τις πιθανές ιατρικές χρήσεις του LSD, ωστόσο η θεραπευτική χρήση του εξακολουθεί να παραμένει αποκλειστικά σε πειραματικό επίπεδο.
'Οπως όλες οι παραισθησιογόνες ουσίες, το LSD προκαλεί αποκλίσεις από τη συνήθη συμπεριφορά του χρήστη, αλλοιώνοντας την αντίληψη της πραγματικότητας και προκαλώντας οπτικές και ακουστικές διαταραχές. Διαφέρει σε σχέση με άλλες ψυχοτρόπες ουσίες, ως προς το ό,τι δεν προκαλεί εθισμό και είναι περιορισμένο το ενδεχόμενο αναβίωσης της εμπειρίας της χρήσης του μετά τη διακοπή της. Αξιοσημείωτη είναι η υψηλή δραστικότητα της ουσίας, καθώς μπορεί να επενεργήσει ακόμη και σε ποσότητα των 25 μg, ενώ τυπικές "δόσεις" βρίσκονται στην περιοχή 50-200 μg.
Το LSD απορροφάται από το ανθρώπινο σώμα σε διάστημα περίπου μίας ώρας και η επίδρασή του διαρκεί 8 έως 12 ώρες. Λαμβάνεται συνήθως από το στόμα, τυπικά σε χάπια, κάψουλες, κύβους ζάχαρης, απορροφητικό χαρτί (στυπόχαρτο) ή ειδικά αυτοκόλλητα. Σε υγρή μορφή χορηγείται με ενδομυϊκή ή ενδοφλέβια ένεση. Η δημοτικότητα του LSD στους κύκλους των χρηστών παρανόμων ουσιών, μειώθηκε μετά την εμφάνιση άλλων ευκολότερα παρασκευαζόμενων ουσιών (π.χ. Ecstasy) και o αριθμός των χρηστών LSD είναι πλέον περιορισμένος.
Από αριστερά προς τα δεξιά: (1) Στάχυες σίκαλης (rye) προσβεβλημένοι από ερυσιβώδη όλυρα. (2) Οι διάφορες "φάσεις" και τμήματα του μύκητα. (3) Το σκληρώτιο του μύκητα, που είναι πλούσιο σε αλκαλοειδή. (4) Φαρμακευτικά παρασκευάσματα LSD της Sandoz. (5) Τυπικό στυπόχαρτο με διάφορες απεικονίσεις ποτισμένο με LSD. Κάθε χαρτάκι (blotter) περιέχει LSD σε ποσότητα λίγων δεκάδων μg, αρκετή όμως για να προκαλέσει ένα παραισθησιογόνο αποτέλεσμα διάρκειας λίγων ωρών. |
Τα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας
Αριστερά: 'Ανθη του φυτού ιπομοία, οι σπόροι του οποίου είναι πλούσιοι σε αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας (κυρίως σε εργίνη και εργονοβίνη). Δεξιά: Η εργολίνη, το κοινό τμήμα του μορίου των αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας και η αρίθμηση των ατόμων της (διαφορετική από την αρίθμηση κατά IUPAC). |
Τα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας είναι ενώσεις, παράγωγα του ινδολίου, που η βιοσύνθεσή τους ξεκινά από το αμινοξύ L-θρυπτοφάνη. Εκπροσωπούν τη μεγαλύτερη ομάδα αζωτούχων προϊόντων μεταβολισμού μυκήτων, που έχει βρεθεί στη φύση. 'Εχουν απομονωθεί περισσότερα από 80 διαφορετικά αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας, κυρίως από διάφορα είδη μυκήτων Clavicep, αλλά και από ανώτερους φυτικούς οργανισμούς, όπως το καλλωπιστικό φυτό ιπομοία (γνωστό ως "χωνάκι", "πρωινή χαρά" και στα αγγλικά ως "morning glory").
Η περιεκτικότητα των σκληρώτιων της ερυσιβώδους όλυρας σε αλκαλοειδή κυμαίνεται από 0,15% έως 0,5%. Τα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας που έχουν κάποια φαρμακευτική αξία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: (α) τα υδατοδιαλυτά παράγωγα αμινοαλκοολών (περίπου 20% των ολικών αλκαλοειδών) και (β) τα αδιάλυτα στο νερό πεπτιδικά παράγωγα (το υπόλοιπο 80%) [Αναφ. 2γ].
Κοινά δομικά χαρακτηριστικά. Το κοινό τμήμα των αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας είναι ένα σύστημα τεσσάρων δακτυλίων, στο οποίο έχει αποδοθεί η κοινή ονομασία εργολίνη (ergoline). Αντίστοιχα, τα αλκαλοειδή αυτά χαρακτηρίζονται και ως αλκαλοειδή της οικογένειας της εργολίνης (ergoline family alkaloids).
Η εργολίνη δομικά προκύπτει με "σύντηξη" του ινδολίου με υδρογονωμένη κινολίνη. Η δομή και η αρίθμηση του βασικού συγκροτήματος της εργολίνης και τα επιμέρους δομικά τμήματά της δείχνονται δεξιά.
Το κυριότερο αλκαλοειδές της ερυσιβώδους όλυρας είναι η εργοταμίνη, η οποία είναι πεπτιδικό παράγωγο του λυσεργικού οξέος και της λακτάμης του τριπεπτιδίου φαινυλαλανίνης - αλανίνης - προλίνης. Ο χημικός τύπος της εργοταμίνης, όπως και οι τύποι μια σειράς άλλων αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας δίνονται παρακάτω.
Σύνθεση και στερεοϊσομερείς μορφές του LSD
Το LSD παρασκευάστηκε για πρώτη φορά ημισυνθετικά από το λυσεργικό οξύ, κύριο συστατικό τμήμα του μορίου της εργοταμίνης. Το ελεύθερο λυσεργικό οξύ λαμβάνεται με αλκαλική υδρόλυση της εργοταμίνης. Στη συνέχεια, το λυσεργικό οξύ αντιδρά με διαιθυλαμίνη (C2H5NHC2H5) παρουσία οξυχλωριούχου φωσφόρου (POCl3) για να δώσει το LSD [μέσω in situ σχηματισμού του αντιδραστηρίου σύζευξης με την αμιδική ομάδα: (C2H5)2N-PO(Cl)-N(C2H5)2 ].
Ολική σύνθεση του λυσεργικού οξέος έχει πραγματοποιηθεί κατά το παρελθόν από πολλούς διάσημους οργανικούς συνθετικούς χημικούς, όπως ο R. Woodward. Οι συνθέσεις αυτές είναι επίπονες (με περισσότερα από 8 στάδια) και συνήθως ξεκινούν από κάποια παράγωγα του ινδολίου (π.χ. από το 4-βρωμο-ινδόλιο). Αν και οι συνθέσεις αυτές αποτελούν έξοχα παραδείγματα ολικής οργανικής σύνθεσης πολύπλοκων οργανικών μορίων, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν σε μεγάλη κλίμακα και να υποκαταστήσουν την ημισυνθετική πορεία [Αναφ. 4].
Στερεοϊσομερείς μορφές του LSD. Το LSD είναι χειρομορφική ένωση (οπτικώς ενεργή) με ασύμμετρα άτομα άνθρακα τα C-5 and C-8. Επομένως, υπάρχουν 4 οπτικά ισομερή του LSD. Το ίδιο το LSD, είναι το (+)-D-LSD, με απόλυτη διαμόρφωση 5R, 8R. Τα στερεοϊσομερή στον C-5 δεν υπάρχουν στη φύση, ούτε σχηματίζονται κατά τη σύνθεση του LSD από το φυσικό D-λυσεργικό οξύ. Ωστόσο, το (+)-LSD και το (+)-iso-LSD, στερεοϊσομερή στον C-8 (επιμερή), ενδομεταβάλλονται ταχύτατα παρουσία βάσεων, επειδή το άλφα πρωτόνιο είναι αρκετά "όξινο" (λόγω της γειτνίασής του με δύο διπλούς δεσμούς) και μπορεί να αποπρωτονιωθεί και να επαναπρωτονιωθεί ταχύτατα. Η ψυχοτρόπος δράση εμφανίζεται μόνο στο στερεoϊσομερές (+)-LSD.
|
Σταθερότητα του LSD. Το LSD είναι ευαίσθητο στο οξυγόνο, στην υπεριώδη ακτινοβολία, στο χλώριο και ιδιαίτερα σε διάλυμα. Η δραστικότητά του διατηρείται για χρόνια, εάν φυλαχθεί μακριά από φως και υγρασία και σε χαμηλή θερμοκρασία. Σε καθαρή κατάσταση οι κρύσταλλοι του LSD είναι άχρωμοι, άοσμοι και κάπως πικροί στη γεύση.
Φθορισμός και τριβοφωταύγεια του LSD. Το LSD είναι μια ισχυρώς φθορίζουσα ουσία (ο ακλόνητος κύριος σκελετός του μορίου βοηθά σε αυτό) και εκπέμπει στην κρυσταλλική του μορφή ή σε διάλυμα χαρακτηριστικό γαλάζιο φθορισμό υπό την επίδραση υπεριώδους ακτινοβολίας.
Μια άλλη χαρακτηριστική ιδιότητα των κρυστάλλων των αλάτων του LSD (π.χ. του τρυγικού άλατος) είναι το φαινόμενο της τριβοφωταύγειας (triboluminescence) [Αναφ. 5]. Το καθαρό στερεό άλας του LSD μπορεί να εκπέμψει μικρές φωτεινές λάμψεις σχεδόν λευκού φωτός, που είναι ορατές στο σκοτάδι, κατά τη θραύση των κρυστάλλων του καθώς αυτοί ανακατεύονται και θραύονται σε γυάλινο φιαλίδιο.
Ο αυτοπειραματισμός του Hofmann (από την [Αναφ. 6]) " ...Είχα το προαίσθημα πως θα άξιζε να εξετάσω σε βάθος αυτήν την ένωση και έτσι παρασκεύασα μια νέα ποσότητα LSD το 1943. Κατά τη σύνθεση, μια τυχαία παρατήρηση με οδήγησε στο να αυτοπειραματιστώ συστηματικότερα με την ένωση αυτή. Ακολουθεί ένα απόσπασμα της έκθεσής μου με ημερομηνία 22 Απριλίου 1943, προς τον Διευθυντή του Φαρμακευτικού Τμήματος, Καθηγητή Stoll: Την προηγούμενη Παρασκευή, 16 Απριλίου 1943, αναγκάστηκα να διακόψω την εργασία μου στο εργαστήριο μετά το μεσημέρι και να πάω σπίτι, καθώς άρχισα να νιώθω ανήσυχος και κάπως ζαλισμένος. Στο σπίτι, ξάπλωσα και βυθίστηκα σε ένα είδος μέθης που δεν ήταν δυσάρεστη και χαρακτηριζόταν από ιδιαίτερα έντονη δραστηριότητα της φαντασίας μου. Καθώς είχα κλειστά τα μάτια (το φως της ημέρας με ενοχλούσε) δεχόμουνα μια αδιάκοπη ροή φανταστικών εικόνων εξαιρετικής πλαστικότητας και ζωντάνιας, που συνοδεύονταν με ένα έντονο παιχνίδι χρωμάτων καλειδοσκοπικού χαρακτήρα. Συνήλθα σιγά-σιγά μετά από περίπου δύο ώρες. Υποψιάστηκα ότι αυτή η τελείως ασυνήθιστη εμπειρία σχετιζόταν με κάποια δηλητηρίαση που είχε σχέση με το LSD, με το οποίο εργαζόμουν. Είχα διαχωρίσει τις δύο ισομερείς μορφές του που σχηματίζονται κατά τη σύνθεση, τα διαιθυλαμίδια του λυσεργικού και του ισολυσεργικού οξέος και παρασκεύασα το υδατοδιαλυτό τρυγικό άλας του LSD. Δεν ξέρω πως αυτή η ουσία βρέθηκε στον οργανισμό μου σε ποσότητα αρκετή για να προκαλέσει αυτά τα συμπτώματα. Επιπλέον, τα συμπτώματα αυτά δεν έμοιαζαν με εκείνα μιας δηλητηρίασης από ερυσιβώδη όλυρα. Για να φτάσω στη ρίζα του θέματος άρχισα να αυτοπειραματίζομαι με αυτήν την ουσία. 'Αρχισα με τη μικρότερη δόση που πίστευα πως θα είχε κάποια δράση, δηλ. με 0,25 mg LSD. 'Εγραψα στο εργαστηριακό ημερολόγιο: - 19 Απριλίου 1943: Παρασκευή υδατικού διαλύματος 0,5% τρυγικού άλατος του διαιθυλαμιδίου του d-λυσεριγικού οξέος. - 4:20 μμ: Κατάποση 0,5 κ.εκ. (0,25 mg LSD). Τι διάλυμα ήταν άγευστο. - 4:50 μμ: Καμία ένδειξη κάποιας επίδρασης. - 5:00 μμ: Ελαφριά ζάλη, ανησυχία, αδυναμία συγκέντρωσης, οπτικές διαταραχές, έντονη διάθεση για γέλιο... Στο σημείο αυτό οι σημειώσεις σταματούν. Τις τελευταίες λέξεις τις έγραψα με πολύ δυσκολία. Ζήτησα από τον βοηθό μου να με συνοδέψει σπίτι καθώς πίστεψα ότι θα έχω τα ίδιες διαταραχές που είχα την τελευταία Παρασκευή. Καθώς πηγαίναμε με το ποδήλατο έγινε σαφές πως τα συμπτώματα ήταν πολύ πιο έντονα από εκείνα της πρώτης φοράς. Δύσκολα μπορούσα να μιλήσω με κάποιο λογικό ειρμό, το οπτικό πεδίο ταλαντεύονταν μπροστά μου και τα αντικείμενα τα έβλεπα σαν μέσα από παραμορφωτικό καθρέφτη. 'Ενιωθα πως ήμουν ακίνητος, αν και ο βοηθός μου αργότερα μου είπε πως ποδηλατούσαμε με κανονικό ρυθμό. Μόλις έφτασα στο σπίτι φωνάξαμε γιατρό... ". Η ημέρα εκείνη έμεινε στην ιστορία του LSD ως η "η ημέρα του ποδηλάτου" (bicycle day). 'Οπως διηγείται ο Hofmann, την επόμενη ημέρα τα συμπτώματα είχαν παρέλθει (14 ώρες μετά τη λήψη του LSD) και ετοίμασε την έκθεσή του προς τον προϊστάμενό του. Θεώρησε μάλιστα ως ιδιαίτερα παράδοξο το γεγονός ότι θυμόταν σε κάθε λεπτομέρεια την κατάσταση που είχε βιώσει πριν λίγες ώρες και το ότι βρισκόταν και πάλι σε εξαιρετική σωματική και ψυχική κατάσταση. Η περιγραφή της εμπειρίας του προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση στους συνεργάτες του, κάποιοι από τους οποίους δοκίμασαν την ένωση αυτή και επιβεβαίωσαν τις παραισθησιογόνες ιδιότητες της ένωσης. |
Η ερυσιβώδης όλυρα ως φάρμακο
Η πρώτη φαρμακευτική χρήση της ερυσιβώδους όλυρας αναφέρεται το 1582, στις σημειώσεις του Adam Lonitzer, ενός γιατρού της Φρανκφούρτης. Από ακόμη παλιότερα, οι μαίες χρησιμοποιούσαν την ερυσιβώδη όλυρα για να διευκολύνουν τη διαδικασία της γέννας. Από το 1808, η ερυσιβώδης όλυρα άρχισε να χρησιμοποιείται στην "επίσημη" ιατρική. Ωστόσο, η χρήση της δεν διήρκεσε πολύ λόγω του κρίσιμου παράγοντα της δόσης, όπου φαίνεται πώς η τοξική δόση δεν απείχε σημαντικά, όπως θα έπρεπε, από τη φαρμακευτικά χρήσιμη δόση. Σε κάπως μεγαλύτερες ποσότητες η ερυσιβώδης όλυρα προκαλούσε έντονους σπασμούς στη μήτρα και κίνδυνο για τη ζωή του παιδιού.
Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1930, άρχισε μια συστηματική μελέτη των αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας. Οι W. A. Jacobs και L. C. Craig (εφευρέτης της γνωστής με το όνομά του συσκευής εκχύλισης, κατ' αντιρροή), του Rockefeller Institute, κατάφεραν να απομονώσουν τον "κοινό πυρήνα" των αλκαλοειδών της ερυσιβώδους όλυρας, τον οποίο ονόμασαν λυσεργικό οξύ (lysergic acid).
Τα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας έχουν πολύ μικρότερη παραισθησιογόνο δράση σε σχέση με το ίδιο το LSD και χρησιμοποιούνται κυρίως στη μαιευτική. Προκαλούν μυικούς σπασμούς στη μήτρα διευκολύνοντας τη γέννα, μια δράση που είναι ανάλογη εκείνης της ορμόνης ωκυτοκίνης (oxytocic activity). Η ίδια η εργοταμίνη έχει χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο κατά των πονοκεφάλων και της ημικρανίας, δράση η οποία οφείλεται στις αγγειοσυσταλτικές της ιδιότητες. Στις ίδιες ιδιότητες οφείλονταν και τα συμπτώματα γάγγραινας του εργοτισμού. Πολυάριθμα είναι τα φαρμακευτικά ημισυνθετικά παράγωγα του λυσεργικού οξέος και γενικότερα εκείνα που περιέχουν τον βασικό σκελετό της εργολίνης.
Φυσιολογική δράση του LSD [Αναφ. 7]
Το LSD αποτελεί το πλέον ισχυρό γνωστό παραισθησιογόνο (ή ψευδαισθησιογόνο). Στην καθαρή μορφή του είναι μια άσπρη, άοσμη κρυσταλλική σκόνη, διαλυτή στο νερό. Το LSD δεν έχει καμία εγκεκριμένη ιατρική εφαρμογή, αν και έχει προταθεί ότι θα μπορούσε να έχει κάποια εφαρμογή στη θεραπεία ορισμένων ψυχικών ασθενειών. Σήμερα, το LSD ανήκει στις "ελεγχόμενες ουσίες" και η μόνη νόμιμη χρήση του περιορίζεται στα ερευνητικά εργαστήρια.
Αριστερά: Ο κάκτος peyote από τον οποίο λάμβαναν χυμό οι "μάγοι" των ινδιάνων του Μεξικού, που προκαλούσε παραισθήσεις ανάλογες του LSD και το δραστικό αλκαλοειδές του, η μεσκαλίνη. Δεξιά: Μανιτάρια Psilocybe cubensis και το δραστικό συστατικό τους, η ψιλοκυβίνη. |
Μεξικανοί συγγενείς του LSD. Στη φύση υπάρχουν πολλές φυσικές παραισθησιογόνες ουσίες με δράση ανάλογη με εκείνη του LSD, αλλά με τελείως διαφορετική χημική δομή. Τυπική φυσική παραισθησιογόνος ένωση είναι η μεσκαλίνη (mescaline), που περιέχεται στον χυμό του κάκτου peyote του Μεξικού (0,4% στον κάκτο ως έχει). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε κατά βάρος βάση, το LSD (ως τρυγικό άλας) είναι κατά 2,5 έως 5 χιλιάδες φορές δραστικότερο από τη μεσκαλίνη (ως υδροχλωρικό άλας) [Αναφ. 7α].
Ανάλογα δραστική παραισθησιογόνος ουσία είναι η ψιλοκυβίνη (psilocybin), που βρίσκεται σε διάφορα είδη μανιταριών, όπως στο μανιτάρι Psilocybe cubensis, γνωστό και ως ιερό ή μαγικό μανιτάρι. Η ίδια η ψιλοκυβίνη δρα ως "προφάρμακο", αφού στον οργανισμό χάνει τη φωσφορική ομάδα σχηματίζοντας την ψιλοκίνη (4-υδροξυ-N,N-διμεθυλο-θρυπταμίνη), που είναι η δραστική παραισθησιογόνος ένωση. Η τυπική δόση της ψιλοκυβίνης είναι 10 έως 50 mg, δηλ. το LSD είναι κατά 200 έως 1000 δραστικότερο από την ουσία αυτή.
Τον χυμό του κάκτου peyote, όπως και τα ιερά μανιτάρια χρησιμοποιούσαν οι ινδιάνοι σαμάνοι (μάγοι-ιερείς) στις θρησκευτικές τελετές τους για την πρόκληση παραισθήσεων στους συμμετέχοντες. Να σημειωθεί ότι η μεσκαλίνη, η ψιλοκυβίνη και το LSD ανήκουν σε μια κατηγορία ψυχοτρόπων ουσιών που χαρακτηρίζονται και ως ενθεογόνα (entheogens), δηλαδή ουσίες που δίνουν την αίσθηση στον χρήστη ότι έχει κυριευθεί από μια θεότητα ή ότι βρίσκεται σε άμεση επαφή με αυτή.
Ψυχικά συμπτώματα. Γενικά, η επίδραση μιας παραισθησιογόνου ουσίας στον άνθρωπο είναι απρόβλεπτη και εξαρτάται από τη δοσολογία, την προσωπικότητα του χρήστη, τη διάθεση και τις προσδοκίες του, την προηγούμενη εμπειρία του με την ουσία και τις περιστάσεις. Αυτοί οι παράγοντες είναι ιδιαίτερα σημαντικοί στην περίπτωση του LSD, επειδή διαθέτει ψευδαισθησιογόνες ιδιότητές του μπορεί να είναι εξαιρετικά ισχυρές. Για παράδειγμα, εάν στον περίγυρο του χρήστη συμβεί ένα γεγονός που θα μπορούσε, υπό φυσιολογικές συνθήκες, να του προκαλέσει μια ήπια ανησυχία, υπό από την επήρεια του LSD, το γεγονός αυτό μπορεί να του προκαλέσει συντριπτικό φόβο. Στη "γλώσσα" των χρηστών, η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως "ταξίδι" (trip) και μπορεί αυτό να είναι "καλό" ή ένα "κακό", ανάλογα με το είδος των ψευδαισθήσεων που θα επικρατήσουν.
Συνήθως, ο χρήστης αισθάνεται τα πρώτα αποτελέσματα 30 έως 90 λεπτά μετά τη λήψη. Τα ψευδαισθησιογόνα αποτελέσματα φθάνουν σε μια σταθεροποίηση (στο αναφερόμενο ως "plateau") μετά από περίπου 1 έως 2 ώρες, με επαναλαμβανόμενες εξάρσεις της έντασης. Σε κάθε περίπτωση η λήψη LSD από ένα άτομο, χωρίς αυτό να βρίσκεται υπό την παρακολούθηση ειδικού, μπορεί να είναι μοιραία δεδομένου ότι το άτομο μπορεί να προβεί σε επικίνδυνες ενέργειες για τον εαυτό του θεωρώντας ότι απέκτησε υπεράνθρωπες ικανότητες (π.χ. ότι μπορεί να πετάξει) και ίσως και για τον περίγυρό του.
Τυπικά σωματικά συμπτώματα κατά τη λήψη LSD. |
Το LSD προκαλεί δραματικές αλλαγές στην αντίληψη, στις σκέψεις και στη διάθεση, όπως:
- Ψευδαισθήσεις (ψευδαίσθηση είναι η αντίληψη μη υπάρχοντος ερεθίσματος, παραίσθηση είναι η αλλοιωμένη αντίληψη υπάρχοντος ερεθίσματος).
- Στρεβλή αντίληψη του χρόνου, π.χ. τα λεπτά μοιάζουν με ώρες
- Στρεβλή αντίληψη των αποστάσεων, του ύψους και του βάθους, της προοπτικής και του χρώματος, π.χ. τα μικρά αντικείμενα μπορεί να φαίνονται τεράστια και τα μεγάλα αντικείμενα μικρά, ένα κοντινό αντικείμενο μπορεί να φαίνεται πολύ απόμακρο και ένα απόμακρο αντικείμενο πολύ κοντινό
- Αλλαγή στη σχέση μεταξύ του χρήστη και των ατόμων του περιγύρου του, π.χ. αίσθημα συντροφικότητας και ενότητας, αλλά και αίσθημα τρόμου και απόλυτης μοναξιάς
- Φαινομενική "συγχώνευση" των αισθήσεων, π.χ. οι ήχοι γίνονται "ορατοί", τα χρώματα "ακούγονται", οι οσμές γίνονται αντικείμενα που μπορεί κάποιος να τα "αγγίξει"
- Απώλεια ελέγχου των διαδικασιών της σκέψης, π.χ. ασήμαντες σκέψεις αποκτούν παράλογες διαστάσεις
- Εμπειρίες μυστικιστικού ή θρησκευτικού χαρακτήρα (οι απόψεις αλληλοσυγκρούονται και η εγκυρότητα τέτοιων εμπειριών είναι αμφισβητήσιμη)
Πολλοί τακτικοί χρήστες δοκιμάζουν δυσάρεστες αντιδράσεις στο LSD κάποια στιγμή. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη και την πρώτη χρήση της ουσίας και μπορεί να λάβει τη μορφή πολύ έντονων αισθημάτων φόβου, άγχους ή κατάθλιψης. Οι χρήστες μπορεί να αισθανθούν ότι έχουν χάσει την ταυτότητά τους και τη θέση τους στον κόσμο και μπορεί να αμφισβητούν την πραγματικότητα. Σε μερικές περιπτώσεις, αυτή η ψυχωσική κατάσταση διαρκεί αρκετές ημέρες ή ακόμα και περισσότερο.
Σωματικά συμπτώματα - ανοχή - βλάβες. Ως αποτελέσματα της λήψης LSD εμφανίζονται μεταξύ άλλων διεσταλμένες κόρες, αυξημένη θερμοκρασία του σώματος, επιτάχυνση του καρδιακού ρυθμού και άνοδος της αρτηριακής πίεσης, εφίδρωση, απώλεια όρεξης, αϋπνία, ξηροστομία και ρίγη. Αυτά περνούν συνήθως απαρατήρητα από τον χρήστη δεδομένου ότι η ψυχο-συναισθηματική επίδραση του φαρμάκου κυριαρχεί. Η ανοχή στη δράση του LSD αναπτύσσεται γρήγορα, καθιστώντας απαραίτητη τη λήψη μεγαλύτερων δόσεων της ουσίας προκειμένου να υπάρξουν τα ίδια αποτελέσματα. Συχνά, μέσα σε μερικές ημέρες από τη χρήση, κανένα ποσό του φαρμάκου δεν μπορεί πια να προκαλέσει την επιθυμητή επίδραση, αν και μετά από αρκετές ημέρες αποχής τα ψευδαισθησιακά αποτελέσματα επιστρέφουν.
Η επαναλαμβανόμενη χρήση LSD μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη κατάθλιψη ή άγχος. Έχουν καταγραφεί περιστατικά αυτοκτονιών μετά τη λήψη LSD και η ουσία αυτή μπορεί να προκαλέσει βίαιη ή επικίνδυνη συμπεριφορά, με συνέπεια τον θάνατο. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να λαμβάνεται LSD από μοναχικά άτομα, χωρίς την παρακολούθηση ειδικού. |
Οι βαρείς χρήστες εμφανίζουν μερικές φορές σημάδια εγκεφαλικής βλάβης, όπως εξασθενημένη μνήμη και προσοχή, διανοητική σύγχυση και δυσκολία στην αφηρημένη σκέψη. Δεν είναι γνωστό εάν τα αποτελέσματα αυτά είναι μόνιμα ή εάν εξαφανίζονται όταν παύει η χρήση LSD. Ακόμη, μπορούν να εμφανιστούν αναδρομές (flashbacks), στις οποίες ο χρήστης βιώνει για σύντομο χρονικό διάστημα την επίδραση του LSD χωρίς να έχει λάβει την ουσία. Αυτό μπορεί να εμφανιστεί μέχρι και δύο έτη μετά από την τελευταία λήψη LSD και μπορεί να αποβεί μια ιδιαίτερα τρομακτική εμπειρία. Οι αναδρομές αυτές θυμίζουν την "απρόσμενη" και χωρίς να χρειαστεί η εκ μέρους του λήψη του ελιξιρίου, μεταμόρφωση του Dr. Jeckyll σε Mr Hyde, στο πασίγνωστο μυθιστόρημα του Robert Louis Stevenson.
Το LSD δεν δημιουργεί εξάρτηση στους χρήστες. Μόνο μια μειονότητα τακτικών χρηστών LSD μπορεί να εκδηλώσει μια ψυχολογικού και όχι σωματικού τύπου εξάρτηση από την ουσία. Ωστόσο, από τη βαριά χρήση παραισθησιογόνων, ιδίως του LSD, μπορεί μερικές φορές να προκληθεί σχιζοφρένια. Φαίνεται ότι για να συμβεί αυτό πρέπει να υπάρχει μια προδιάθεση του χρήστη ως προς την εκδήλωση σχιζοφρένειας. Υπάρχουν επίσης στοιχεία που υποδεικνύουν ότι οι πάσχοντες από σχιζοφρένια, που όμως αποκρίνονται στην θεραπεία, μπορούν να εμφανίσουν εκ νέου ψυχωσικό επεισόδιο ως αποτέλεσμα της χρήσης LSD.
Φαρμακολογική δράση. Το LSD δρα ως αγωνιστής ορισμένων υποδοχέων (5ΗΤ-2Α και 5ΗΤ-2C) του νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη (5-υδροξυ-θρυπταμίνη, 5ΗΤ). Ωστόσο, άλλοτε "μπλοκάρει" τους υποδοχείς και άλλοτε τους "διεγείρει" και για τον λόγο αυτό η δράση του είναι σε σημαντικό βαθμό απρόβλεπτη. Να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί επτά διαφορετικοί τύποι υποδοχέων σεροτονίνης και δεκατέσσερις διαφορετικοί υποτύποι. Η συσχέτιση της αγωνιστικής δράσης ως προς τους υποδοχείς 5ΗΤ-2 με το παραισθησιογόνο αποτέλεσμα έχει διαπιστωθεί και με άλλες παραισθησιογόνες ουσίες [Αναφ. 7ζ]. Περισσότερα για αγωνιστές και ανταγωνιστές (βλ. Χημική Ένωση του μήνα: Αδρεναλίνη).
Σε κάθε περίπτωση η "αγωνιστική" δράση του LSD ως προς τη σεροτονίνη (αλλά και ως προς άλλους νευροδιαβιβαστές, όπως η ντοπαμίνη) από μόνη της δεν ερμηνεύει την ισχυρή παραισθησιογόνο δράση του. Υπάρχουν πολύ ισχυρότεροι, σε σχέση με το LSD, αγωνιστές της σεροτονίνης, που δεν παρουσιάζουν την παραμικρή παραισθησιογόνο δράση. Μάλιστα, το LSD δρα ως μερικός αγωνιστής (partial agonist), αφού διαθέτει μόλις το 20-25% της ικανότητας ενεργοποίησης των υποδοχέων σε σχέση με την ίδια τη σεροτονίνη. Επομένως, το LSD πρέπει να διαθέτει επιπλέον φαρμακολογικές ιδιότητες που το καθιστούν κατά πολύ δραστικότερο [Αναφ. 8β].
Το LSD δρα σε ορισμένες περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού (cerebral cortex) που εμπλέκονται στη ρύθμιση της διάθεσης, στον συντονισμό, στην αντίληψη και στην ερμηνεία των προσλαμβανόμενων ερεθισμάτων από τα αισθητήρια όργανα. Επίσης, το LSD δρα σε μια ειδική περιοχή του εγκεφάλου, τον υπομέλανα τόπο (locus caerulus), όπου οι απλοί νευρώνες διακλαδίζονται προς διαφορετικά κέντρα αισθήσεων. Η περιοχή αυτή αποτελεί το κέντρο εγρήγορσης και είναι υπεύθυνη για την άμεση απόκριση σε ένα απρόσμενο ερέθισμα.
Κάποια φαρμακοκινητικά δεδομένα. Ο προσδιορισμός του LSD στα ούρα και στο πλάσμα του αίματος μπορεί να πραγματοποιηθεί με συνδυασμένη αεριοχρωματογραφία-φασματομετρία μαζών (GC/MS). Μια μέθοδος που δημοσιεύθηκε το 1990 χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό του χρόνου υποδιπλασιασμού (half-life) της ουσίας μετά τη λήψη από το στόμα ποσότητας 1 μg/kg σωματικού βάρους. Ο χρόνος υποδιπλασιασμού βρέθηκε 5,1 h, ενώ η μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα αίματος (1,9 ng/mL) παρουσιάστηκε 3 h μετά τη λήψη της ουσίας [Αναφ. 7β].
Τροποποιήσεις στο μόριο του LSD. Για να διαπιστωθεί η επίδραση των διαφόρων ομάδων στο μόριο του LSD, έχει πραγματοποιηθεί η σύνθεση μεγάλου αριθμού τροποποιημένων μορφών LSD. Κυρίως εξετάσθηκε η επίδραση των ομάδων (οι ομάδες R1, R2 στον τύπο αριστερά), που ενώνονται στο αμιδικό άζωτο (R1 = R2 = C2H5- στο LSD), όπως και η επίδραση των ομάδων που ενώνονται με το Ν1 (η ομάδα R3) και του C2 (η ομάδα R4) (R3 = R4 = Η- στο LSD).
Οι διαφοροποιήσεις ως προς τις παραισθησιογόνες δράσεις έχουν ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά. Γενικά, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια παραλλαγή που θα μπορούσε να αυξήσει τη δραστικότητα κατά πολύ σε σχέση με το ίδιο το LSD, το οποίο φαίνεται να διατηρεί τα "πρωτεία" ως προς την παραισθησιογόνο δράση. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
(α) R1 = R2 = H- (εργίνη, λυσεργαμίδιο): Παρατηρείται πολύ ασθενέστερο παραισθησιογόνο αποτέλεσμα, έντονη κόπωση και νάρκωση.
(β) R1 = R2 = CH3- (Ν,Ν-διμεθυλο-λυσεργαμίδιο): Παρουσιάζει περίπου το 1/10 της δραστικότητας του LSD. Γενικά, οποιαδήποτε αλλαγή στα μεγέθη των αλκυλίων R1 και R2 οδηγεί σε μείωση (1/10 και λιγότερο) της δραστικότητας του LSD, φαινόμενο το οποίο δεν έχει ερμηνευθεί ακόμη ικανοποιητικά.
(γ) R1 = H- και R2 = C2H5- (Ν-αιθυλο-λυσεργαμίδιο): Επικρατεί μια κατευναστική-κατασταλτική δράση και προκαλεί ένα είδος απάθειας.
(δ) R3 = CH3- (1-μεθυλο-Ν,Ν-διαιθυλο-λυσεργαμίδιο, 1-CH3-LSD): Ενισχύονται κυρίως τα σωματικά αποτελέσματα παρά η παραισθησιογόνος δράση.
(ε) R4 = Br- (2-βρωμο-Ν,Ν-διαιθυλο-λυσεργαμίδιο, 2-Br-LSD): Εξαφανίζεται πλήρως η παραισθησιογόνος δράση και δρα ως ανταγωνιστής ως προς τη σεροτονίνη, αλλά και το ίδιο το LSD. Εάν πραγματοποιηθεί λήψη αυτού του παραγώγου και στη συνέχεια ακολουθήσει λήψη LSD, δεν θα παρατηρηθεί παραισθησιογόνος δράση [Αναφ. 7ζ].
Μια σύνοψη των αποτελεσμάτων αυτών των μελετών (σε πολλές περιπτώσεις τα αποτελέσματα εμφανίζονται αντιφατικά) μπορεί να αναζητηθεί στις [Αναφ. 7ι και Αναφ. 8].
Κάποια video σχετικά με το LSD Μερικά από τα πολλά video που βρίσκονται στο διαδίκτυο (YouTube και άλλες πηγές) σχετικά με πειράματα που διεξήχθησαν σε ανθρώπους και πειραματόζωα με LSD, όπως και πάνω στον φυσιoλογικό μηχανισμό δράσης του LSD στα εγκεφαλικά κύτταρα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι κατά τη δεκαετία του 1960 το LSD είχε εξετασθεί και ως "πολεμική ουσία" και ουσία ελέγχου του νου. |
Χαρακτηριστικές συνθέσεις εμπνευσμένες από τη ψυχεδελική κουλτούρα και τα "πολύχρωμα καλειδοσκοπικού χαρακτήρα οράματα" που προκαλεί η λήψη LSD.
"Μάγισσες του Salem": Περιστατικό εργοτίασης των σιτηρών; Τον Δεκέμβριο του 1691, στο Salem, ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό περίπου 20 χιλιόμετρα ΒΑ της Βοστώνης άρχισαν να παρατηρούνται κάποιες "περίεργες" συμπεριφορές σε μικρά κορίτσια, κόρες ευυπόληπτων κατοίκων του χωριού. Τα κορίτσια ισχυρίζονταν ότι έβλεπαν οράματα και άρχισαν να κατηγορούν κατοίκους του χωριού (κυρίως γυναίκες) για μαγεία και συνεργασία με τον διάβολο. Οι κάτοικοι θεώρησαν ότι τα κορίτσια βρίσκονταν υπό την επίδρασης κάποιας "μαγείας" και άρχισαν να υποδεικνύουν πιθανούς υπόπτους "μάγους" και "μάγισσες". Οι προύχοντες του χωριού και δικαστές από τη Βοστόνη, όλοι πουριτανοί θρησκόληπτοι, άρχισαν μια σειρά δικών για μαγεία. Σκηνές υστερίας και ομαδικής παράκρουσης εκτυλίχτηκαν κατά τη διάρκεια αυτών των δικών και οι κατηγορίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Πολλοί πήγαιναν για μάρτυρες υπεράσπισης και στην πορεία γίνονταν κατηγορούμενοι. Αρκούσε ο ισχυρισμός ενός από τα κορίτσια ότι είδε σε όραμα τον διάβολο να μιλάει με έναν από τους μάρτυρες, για να του απαγγελθεί κατηγορία για μαγεία. Επίσης δεν έλειψαν και εκείνοι που επωφελήθηκαν από αυτό το αλλοπρόσαλλο κλίμα για να λύσουν τυχόν κτηματικές ή άλλες διαφορές μεταξύ τους. Δεκάδες ήταν οι κάτοικοι του χωριού που κατηγορήθηκαν. Δεκαεννέα κάτοικοι του χωριού (κυρίως ηλικιωμένες γυναίκες) εκτελέστηκαν με απαγχονισμό, ένας ηλικιωμένος άνδρας βασανίστηκε μέχρι θανάτου, επειδή δεν δήλωνε αν είναι είναι αθώος ή ένοχος, ενώ άλλοι πέντε πέθαναν στις φυλακές. Οι δίκες σταμάτησαν -κάπως καθυστερημένα- με διαταγή του William Phips, Κυβερνήτη της Πολιτείας της Μασαχουσέτης, τον Οκτώβριο του 1692. Τον Ιανουάριο του 1693 οι φυλακές άνοιξαν και απελευθερώθηκαν δεκάδες άλλων κατηγορούμενων, που περίμεναν τη δίκη τους και την ουσιαστικώς βέβαιη καταδίκη τους. 'Οταν τα πνεύματα κάπως ηρέμησαν, τόσο οι κάτοικοι του Salem, όσο και οι δικαστές και οι κατήγοροι δεν ήταν σε θέση να εξηγήσουν τις ίδιες τις ενέργειές τους. Καθαρά, η όλη υπόθεση ήταν αποτέλεσμα συνδυασμού ομαδικής παράκρουσης, θρησκοληψίας και εκκαθάρισης προσωπικών λογαριασμών. Αυτή η τραγική υπόθεση έμεινε στην ιστορία ως "η δίκη των μαγισσών του Salem". Το 1976, η ψυχολόγος Linda R. Caporael (Rensselaer Polytechnic Institute, Νέας Υόρκης), σε άρθρο της στο περιοδικό Science ("Ergotism: the satan loosed in Salem?", Science 192(4234): 21-26, 1976), διετύπωσε την υπόθεση ότι η συμπεριφορά πολλών από τους μάρτυρες κατηγορίας ήταν αποτέλεσμα παραισθήσεων, που οφείλονταν σε εργοτισμό, δηλ. τροφική δηλητηρίασή τους από τα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας (ergot). Η Caporael βάσισε την υπόθεση αυτή στις γραπτές μαρτυρίες εκείνης της εποχής, τη συμπτωματολογία (σπασμοί, αίσθηση ότι κάτι σερνόταν πάνω τους, "κάψιμο" στα άκρα, ίλιγγοι, εμβοές, παραισθήσεις, μανία, τρομώδες παραλήρημα), τις περιγραφές των "οραμάτων" των μαρτύρων κατηγορίας, τις διατροφικές συνήθειες και το ότι η σίκαλη ήταν από τις κύριες καλλιέργειες της περιοχής του Salem. Ακόμη, η Caporel αναφέρει ότι οι οικογένειες των "δαιμονισμένων" κοριτσιών ζούσαν κοντά σε μια υγρή βαλτώδη περιοχή, όπου οι καλλιέργειες της σίκαλης θα μπορούσαν ευκολότερα να προσβληθούν από τον επικίνδυνο μύκητα Claviceps Purpurea και ότι οι κλιματολογικές συνθήκες εκείνης τη χρονιάς θα βοηθούσαν την ανάπτυξη του μύκητα (η ανάπτυξή του ευνοείται από κρύους χειμώνες που ακολουθούνται από υγρά καλοκαίρια). Επίσης, στη θεωρία αυτή συμβάλλει και το ότι υπάρχουν ιστορικά καταγεγραμμένες συσχετίσεις περιπτώσεων "επιδημιών" εργοτισμού και δικών μαγισσών στην Ευρώπη. Η θεωρία της Caporael αντικρούστηκε από άλλους επιστήμονες με βάση το ότι αν πράγματι υπήρχε τροφική δηλητηρίαση τα συμπτώματα θα έπρεπε να εμφανισθούν σε όλα τα μέλη των οικογενειών και όχι σε μεμονωμένα μέλη τους. Ακόμη δεν υπήρχαν αναφορές σε άλλα τυπικά συμπτώματα εργοτισμού, όπως οι γαγγραινώδεις εξελκώσεις. Επιπλέον, τα συμπτώματα του εργοτισμού ήταν ήδη γνωστά εκείνη την εποχή και η ασθένεια αυτή θα έπρεπε να είχε διαγνωσθεί κανονικά [Αναφ. 9]. |
1. (α) Merck Index, 12th ed, σελ. 963. (β) Wikipedia: "Lysergic acid diethylamide".
2. (α) Maloy OC, Inglis DA: "Ergot", Washington State University Bulletin, SP0004, 1993. (β) May P: "Lysergic acid diethylamide-LSD", Molecule of the Month (University of Bristol). (γ) Schiff PL: "Ergot and its alkaloids", Am J Pharm Educ 70(5): 98-121, 2006 (σχετικά πρόσφατο εξαιρετικό άρθρο ανασκόπησης, με πολλά ιστορικά στοιχεία, πάνω στα αλκαλοειδή της ερυσιβώδους όλυρας και τον εργοτισμό).
3. (α) University of Hawaii: "Ergot of Rye (I): Introduction and History". (β) Wikipedia: "Ergotism". (γ) Lapinskas V: "A brief history of ergotism: From St. Antony's fire and St. Vitus' dance until today", Medicinos Teorija ir Praktika, 13(2):202-206, 2007 (αρχείο PDF, 269 KB).
4. (α) Kornfeld EC, Fornefeld EJ, Kline GB, Mann MJ, Morrison DE, Jones RG, Woodward RB: "The Total Synthesis of Lysergic Acid", Journal of the American Chemical Society, 78:3087-3114, 1956. (β) Hendrickson JB, Wang J: "A New Synthesis of Lysergic Acid", Org. Lett. 6:3-5, 2004.
5. (α) Wikipedia: "Triboluminescence". (β) Sweeting LM (Towson University, Baltimore): "Scientific Experiments at Home: Wintergreen Candy and other Triboluminescent Material".
6. (α) Hofmann A: "The Discovery of LSD and Subsequent Investigations on Naturally Occurring Hallucinogens", Chapter 7 in "Discoveries in Biological Psychiatry", J.B. Lippincott Company, 1970. (β) Hofmann A: "LSD: My problem child" (ολόκληρο του βιβλίο του Hofmann, on-line, από τον erowid.org). (γ) wordIQ.com: "Albert Hofmann". (δ) Royal Society of Chemistry (RSC): "LSD: cultural revolution and medical advances".
7. (α) Wolbach Jr AB, Isbell JH, Miner EJ: "Cross Tolerance between Mescaline and LSD-25 with Comparison of the Mescaline and LSD Reactions", Psychopharmacologia 3:1-14, 1962 (αρχείο PDF, 520 KB). (β) Papac DI, Foltz RL: "Measurement of lysergic acid diethylamide (LSD) in human plasma by gas chromatography/negative ion chemical ionization mass spectrometry", J Anal Toxicol. 14(3):189-190, 1990 (PubMed, αρχείο PDF, 985 KB). (γ) Abraham HD, Aldridge AM: "Adverse consequences of lysergic acid diethylamide", Addiction 88: 1327-1334, 1993 (PubMed). (δ) Monte AP, Marona-Lewicka D, Kanthasamy A, Sanders-Bush E, Nichols DE: "Stereoselective LSD-like activity in a series of d-lysergic acid amides of (R)- and (S)-2-aminoalkanes", J Med Chem. 38(6):958-966, 1995 (PubMed). (ε) Blaho K, Merigian K, Winbery B, Gerasi SA, Smartt C: "Clinical pharmacology of lysergic acid diethylamide: case reports and review of the treatment of intoxication", Am J Ther 4:211-221, 1994 (PubMed). (στ) Scwartz RH: "LSD, its rise, fall, and renewed popularity among high school students", Pediatr Clin North Am 42:403-413, 1995 (PubMed). (ζ) Fantegrossi WE, Mirnane KS, Reisssig CJ: "The behavioral pharmacology of hallucinogens", Biochem Pharmacol 76:17-33, 2008 (σχετικά πρόσφατο εξαιρετικό άρθρο ανασκόπησης, πάνω στο μηχανισμό δράσης των παραισθησιογόνων). (η) Passie T, Halpern JH, Stichtenoth DO, Emrich HM, Hintzen A: "The pharmacology of lysergic acid diethylamide: a review", CNS Neurosci Ther 14:295-314, 2008 (αρχείο PDF, 1,28 MB). (θ) "LSD: New Information and Resources for Drug-Screening Professionals", Siemens Health Care Diagnostics Inc., 2009 (αρχείο PDF, 144 KB). (ι) Nichols DE: "LSD and Its Lysergamide Cousins", The Heffter Review of Psychedelic Research 2:80-87, 2001 (αρχείο PDF, 263 KB)
8. (α) Shulgin A, Shulgin A: "Tryptamines I Have Known and Loved: The Chemistry Continues (TiHKAL)" (Erowid.org): "#26. LSD". (β) Nichols DE: "LSD and Its Lysergamide Cousins", The Heffter Review of Psychedelic Research, 2:80-87, 2001 (αρχείο PDF, 263 KB) (ενδιαφέρουσα ανασκόπηση πάνω στις τροποποιημένες μορφές του LSD).
9. (α) Caporael LR: "Ergotism: the satan loosed in Salem?", Science 192(4234): 21-26, 1976 (ιστοσελίδα από το Πανεπιστήμιο του Tennessee). (β) Linder DO: "Salem Witchcraft Trials 1692" (από τις ιστοσελίδες "Famous American Trials" της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Missouri-Kansas City). (γ) Wikipedia: "Salem witch trials". (δ) Wikipedia: "Ergotism". (ε) Spanos NP, Gottlieb J: "Ergotism and the Salem Village Witch Trials: Records of the events of 1692 do not support the hypothesis that ergot poisoning was involved", Science 194(4272):1390-1394, 1976 (Abstract).
Ενδιαφέροντες ιστότοποι σχετικοί με το LSD και τις παραισθησιογόνες ουσίες
- The Albert Hofmann Foundation.
- The vaults of Erowid: "Psychoactive Vaults".
- Psychiatry24x7.com: "ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΟΥΣΙΩΝ: Παραισθησιογόνα".
Αποποίηση ευθυνών: Έχει καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να εξασφαλισθεί η ορθότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αυτή τη σελίδα, ωστόσο ο έχων την επιμέλεια της σελίδας αυτής και το Τμήμα Χημείας δεν αναλαμβάνουν τη νομική ευθύνη για τυχόν σφάλματα, παραλείψεις ή ανακριβείς πληροφορίες. Επιπλέον, το Τμήμα Χημείας δεν εγγυάται την ορθότητα των αναφερόμενων σε εξωτερικές ιστοσελίδες, ούτε η αναφορά μέσω συνδέσμων (links) στις ιστοσελίδες αυτές, υποδηλώνει ότι το Τμήμα Χημείας επικυρώνει ή καθ' οιονδήποτε τρόπο αποδέχεται το περιεχόμενό τους. |